Πέμπτη 14 Μαΐου 2009

Εχθρός της καρδιάς το αλάτι

«Μειώστε το αλάτι στο φαγητό, σώστε τα αγγεία, την καρδιά, τα νεφρά και τη ζωή σας», είναι το φετινό σύνθημα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για την παγκόσμια ημέρα υπέρτασης (17 Μαΐου). Στην ελάττωση της κατανάλωσης του αλατιού είναι αφιερωμένη η φετινή καμπάνια διεθνών οργανισμών (Διεθνής Αντιυπερτασική Εταιρία, Διεθνής Νεφρολογική Εταιρία, Διεθνής Λίγκα για την υπέρταση), αφού υπολογίζεται ότι η μεγάλη κατανάλωση αλατιού είναι η αιτία για την ανάπτυξη υπέρτασης σε 3 στους 10 ενήλικες. Η μέση ημερήσια κατανάλωση αλατιού παγκοσμίως υπολογίζεται ότι είναι 9-12 gr κατά άτομο, ενώ ο ΠΟΥ συστήνει όχι μεγαλύτερη κατανάλωση από 5-6 gr, δηλαδή έως ένα κουταλάκι του γλυκού.
Εφτά εκατομμύρια πεθαίνουν κάθε χρόνο σε παγκόσμιο επίπεδο, εξαιτίας της υπέρτασης και πολλοί από αυτούς τους θανάτους θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί και μόνο με λιγότερη κατανάλωση αλατιού. «Η ελάττωση κατανάλωσης αλατιού είναι ο φθηνότερος τρόπος για την πρόληψη της υπέρτασης και των καρδιαγγειακών νοσημάτων», δήλωσε ο καθηγητής παθολογίας ΑΠΘ και μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Αντιυπερτασικής Εταιρίας, Χρύσανθος Ζαμπούλης, κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου, που δόθηκε με αφορμή την παγκόσμια ημέρα υπέρτασης.
«Η μείωση του αλατιού σε 6 gr την ημέρα με την πτώση της πίεσης του αίματος που θα προκύψει, θα προκαλέσει κατά προσέγγιση 24% μείωση σε αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και 18% μείωση της θνησιμότητας λόγω της στεφανιαίας νόσου. Να σημειωθεί ότι ακόμα και μία μικρή ελάττωση της αρτηριακής πίεσης κατά 2 mmHg μειώνει τον κίνδυνο για αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια έως και 17% και τον κίνδυνο για στεφανιαία νόσο από έως και 9%», συνέχισε ο κύριος Ζαμπούλης.
Το αλάτι συστατικό της καθημερινής διατροφής, σε ποσοστό μέχρι και 80% προέρχεται από επεξεργασμένες ή έτοιμες τροφές και από τροφές που καταναλώνονται στα εστιατόρια.
Ο ΠΟΥ ζήτησε από τις πολυεθνικές εταιρείες τροφίμων να μειώσουν την περιεκτικότητα σε αλάτι από τα προϊόντα τους στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο και σε έκθεσή του τονίζει ότι, παρά το γεγονός ότι η κατανάλωση αλατιού στις περισσότερες χώρες είναι πολύ υψηλή, οι δεσμεύσεις για μείωση της πρόσληψης αλατιού δεν είναι ακόμα προτεραιότητα στις περισσότερες από αυτές. H στρατηγική αυτή έχει υιοθετηθεί από το Ηνωμένο Βασίλειο και το αλάτι σε όλες σχεδόν τις κατηγορίες τροφίμων μειώνεται. Η Φινλανδία, η οποία εφαρμόζει πρόγραμμα μείωσης του αλατιού από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, μείωσε την αρτηριακή πίεση του πληθυσμού της και παράλληλα μείωσε τους θανάτους από εγκεφαλικό επεισόδιο και καρδιακή νόσο.
«Σήμερα υπάρχουν πανίσχυρα αντιυπερτασικά φάρμακα, ωστόσο ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας, παραμένει η αλλαγή του τρόπου ζωής (ελάττωση της κατανάλωσης αλατιού, διακοπή καπνίσματος, ελάττωση του σωματικού βάρους, ελάττωση του stress, της έντασης, του άγχους και αύξηση της σωματικής δραστηριότητας)», κατέληξε ο καθηγητής.

Χρήσιμες Συμβουλές για την μείωση πρόσληψης αλατιού
1. Να αποφεύγεται η χρήση αλατιέρας, κατά τη διάρκεια του φαγητού
2. Να στραγγίζονται οι προ-μαγειρεμένες και κονσερβοποιημένες τροφές, που περιέχουν αλάτι για την διατήρησή τους, ώστε να φύγει η μεγαλύτερη ποσότητα υγρών και μαζί με αυτά το αλάτι
3. Να χρησιμοποιούνται φυσικές γεύσεις, όπως χυμός λεμονιού, κρασί, ξύδι ή φυτικά μυρωδικά, αντί για αλάτι
4. Να ελέγχονται οι ετικέτες για την περιεκτικότητά τους σε νάτριο
5. Να προτιμώνται τα προϊόντα, που δεν περιέχουν αλάτι.
Στο βαρύ πρόβλημα, που δημιουργεί η υπέρταση στη νεφρική λειτουργία, αναφέρθηκε ο καθηγητής Παθολογίας-Νεφρολογίας του ΑΠΘ και μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Αντιυπερτασικής Εταιρίας, Αναστάσιος Λαζαρίδης.
Πιο συγκεκριμένα ο κύριος Λαζαρίδης δήλωσε:«Η υπέρταση προκαλεί μικρή, αλλά συνεχή φθορά στη νεφρική λειτουργία, η οποία δεν γίνεται αντιληπτή και γι αυτό είναι επικίνδυνη. Όταν γίνει αντιληπτή, δηλαδή στα τελικά στάδια της νεφρικής ανεπάρκειας, είναι πολύ αργά, αφού δεν αναστρέφεται, αλλά μόνο συντηρείται.
Δεδομένα από τις ΗΠΑ δείχνουν ότι τα ποσοστά των υπερτασικών, που παρουσιάζουν κάποια σημεία νεφρικής βλάβης, όπως η λευκωματουρία είναι περίπου 4,5%. Το ίδιο ποσοστό παρουσιάζει και μια ελαφρά έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας. Τα ποσοστά αυτών που έχουν βαρύτερες βλάβες στο νεφρό είναι όλο και χαμηλότερα, όσο πλησιάζουν στο τελικό στάδιο της νεφρικής ανεπάρκειας. Τελικά στις μονάδες Τεχνητού Νεφρού φθάνει ένα ποσοστό 0,5-1% του συνολικού αριθμού των υπερτασικών. Αυτός ο αριθμός όσο κι αν φαίνεται μικρός είναι τεράστιος, αν ληφθεί υπόψη ο συνολικός αριθμός των υπερτασικών στον κόσμο. Αυτοί που οδηγούνται στο τελικό στάδιο νεφρικής ανεπάρκειας από υπέρταση είναι η δεύτερη πληθυσμιακή ομάδα μετά τους σακχαροδιαβητικούς».
Πρόσφατα στην Ελλάδα, ομάδα γιατρών νεφρολόγων, που ασχολούνται με την υπέρταση, πήρε πρωτοβουλία για εθνική καταγραφή υπερτασικών ασθενών με ή χωρίς νεφρική βλάβη. Η καταγραφή είναι ψηφιακή σε διαδικτυακή βάση δεδομένων στον τόπο της Ελληνικής Αντιυπερτασικής Εταιρείας, υπό την αιγίδα της οποίας έχει τεθεί η προσπάθεια από κοινού με την Ελληνική Νεφρολογική Εταιρεία. Υπολογίζεται ότι σε 1-2 χρόνια θα καταγραφεί ο αριθμός των υπερτασικών στον Ελληνικό χώρο.
Στη συνέχεια ο Κωνσταντίνος Παλέτας, αναπληρωτής καθηγητής παθολογίας του ΑΠΘ και μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Αντιυπερτασικής Εταιρίας μίλησε για την αντιμετώπιση της υπέρτασης στο πλαίσιο του μεταβολικού συνδρόμου.
Πολλές φορές η υπέρταση συνδυάζεται και με άλλες μεταβολικές διαταραχές, όπως η παχυσαρκία και ιδιαίτερα η κεντρική παχυσαρκία, ο σακχαρώδης διαβήτης ή το αυξημένο σάκχαρο της νηστείας (πρωινό σάκχαρο μεταξύ 100 -125 mg%), συγκεκριμένες διαταραχές των λιπιδίων του αίματος με αυξημένα τα τριγλυκερίδια (>150 mg%) και μειωμένη την HDL, την «καλή χοληστερίνη».
«Πρόκειται συνήθως για τον γείτονά μας με την κοιλίτσα, που δεν είναι διαβητικός, αλλά έχει αυξημένο το πρωινό του σάκχαρο, έχει λίγο ανεβασμένα τα τριγλυκερίδια και λίγο κατεβασμένη την καλή του χοληστερίνη, αλλά έχει και αυξημένη την αρτηριακή του πίεση.
Το ιδιαίτερο με αυτόν τον ασθενή είναι ότι πρέπει να αντιμετωπίσει την υπέρτασή του με πολύ μεγαλύτερη προσοχή. Η επιλογή των κατάλληλων φαρμάκων για την αντιμετώπιση της υπέρτασης, θα πρέπει να γίνεται με διαφορετικά κριτήρια και ο θεραπευτικός στόχος της υπέρτασης να είναι πολύ χαμηλότερος, δηλαδή κάτω από 130mmHg η συστολική πίεση και κάτω από 80 mmHg η διαστολική πίεση. Το σημαντικότερο είναι ότι θα πρέπει να γίνεται συνολική αντιμετώπιση του συγκεκριμένου ασθενή και όχι να αντιμετωπίζεται η υπέρταση ως μεμονωμένο ιατρικό πρόβλημα», δήλωσε ο κύριος Παλέτας.
Τέλος ο ομότιμος καθηγητής καρδιολογίας του ΑΠΘ Νικόλαος Λευκός, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Αντιυπερτασικής Εταιρίας δήλωσε ότι «Μολονότι η σχετική έρευνα έχει αναγνωρίσει μέχρι σήμερα πάνω από 300 παράγοντες, που συμβάλουν στην αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου, ωστόσο σημαντικοί παράγοντες θεωρούνται η υπέρταση, το κάπνισμα και η δυσλιπιδαιμία με την προσθήκη τελευταία του διαβήτη και του μεταβολικού συνδρόμου. Η υπέρταση συνήθως συνυπάρχει με άλλα νοσήματα με τα οποία σχετίζεται άμεσα (σακχαρώδης διαβήτης, υπνική άπνοια, παχυσαρκία κλπ) και μακροχρόνια επιβαρύνει τα όργανα στόχους ( καρδιά ,εγκέφαλο, νεφρά, περιφερικά αγγεία ), αυξάνοντας κατά πολύ τον καρδιαγγειακό κίνδυνο».
Γενικά υπολογίστηκε ότι ένας υπερτασικός έχει διπλάσιο κίνδυνο να αναπτύξει στεφανιαία νόσο, 4πλάσιο κίνδυνο να εμφανίσει αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, τριπλάσιο κίνδυνο να αναπτύξει καρδιακή ανεπάρκεια ή περιφερική αγγειακή νόσο.
«Πρέπει να περάσει σε όλους μας το απλό μήνυμα ότι η υπέρταση αυξάνει δραματικά τον καρδιαγγειακό κίνδυνο και απαιτεί άμεση, σωστή και μακροχρόνια ρύθμιση», κατέληξε ο κύριος Λευκός.