Δευτέρα 11 Μαΐου 2009

Ινσουλίνη: Θεραπεία κι όχι μαρτύριο

Με…φόβο και προκατάληψη φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν συχνά τη θεραπεία με ινσουλίνη τόσο οι ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, όσο και οι γιατροί που τους παρακολουθούν. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ορισμένοι γιατροί παραδέχονται ότι καθυστερούν την έναρξη της ινσουλινοθεραπείας όσο περισσότερο μπορούν, γιατί θεωρούν ότι, αν δεν το κάνουν, είναι σαν να παραδέχονται ότι απέτυχαν να ρυθμίσουν το διαβήτη του ασθενούς τους.Μάλιστα, πολλοί γιατροί χρησιμοποιούν την ινσουλινοθεραπεία σαν απειλή, προκειμένου να πείσουν τους ασθενείς τους να κάνουν δίαιτα. Φράσεις όπως «αν δεν κάνεις δίαιτα θα καταλήξεις στην ινσουλίνη» χρησιμοποιούνται πολύ συχνά στα αρχικά στάδια εμφάνισης της νόσου.
Τις ανακοινώσεις αυτές έκανε η υπεύθυνη του Διαβητολογικού Κέντρου της γενικής κλινικής Αθηνών «Πολυκλινική», Μαριάννα Μπενρουμπή, κατά τη διάρκεια της επιστημονικής διημερίδας με θέμα «Τα πάντα γύρω από την ινσουλίνη», που διοργάνωσε στην Θεσσαλονίκη η Διαβητολογική Εταιρεία Βορείου Ελλάδος, υπό την προεδρεία του λέκτορα Παθολογίας-Διαβητολογίας της Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ, Τριαντάφυλλου Διδάγγελου.
Όπως είπε η κ. Μπενρουμπή, τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τη διεθνή μελέτη DAWN (Diabetes Attitudes Wishes and Needs), στην οποία συμμετείχαν 1.672 ασθενείς με διαβήτη τύπου 1 και 3.432 με διαβήτη τύπου 2, καθώς και 2.070 γιατροί και 640 εξειδικευμένοι νοσηλευτές.
«Εκτός από τη στάση των γιατρών, σημαντικός είναι και ο ρόλος των ασθενών. Οι ασθενείς μπορεί να φοβούνται το πώς θα καταφέρουν να κάνουν την ένεση ινσουλίνης ή το ότι θα έχουν μεγάλο κίνδυνο εμφάνισης υπογλυκαιμιών. Ωστόσο, φαίνεται ότι οι δύο καθοριστικές παράμετροι για την άρνηση στη μετάταξη, είναι η αίσθηση του «εφ’ όρου ζωής» και της εξάρτησης, καθώς και το ότι η ινσουλίνη σηματοδοτεί ότι φτάσαμε στο τελικό στάδιο», εξήγησε η κ. Μπενρουμπή.
Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητη η εκπαίδευση ασθενών και γιατρών, με στόχο τόσο την απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων, όσο και την τροποποίηση της συμπεριφοράς για την καλύτερη διαχείριση του προβλήματος της υγείας. Άλλωστε, η εκπαίδευση στον τρόπο συντήρησης και μεταφοράς της ινσουλίνης, μπορεί να συμβάλει στο να αποφευχθούν σημαντικές ταλαιπωρίες για τον ασθενή. Είναι πολλοί αυτοί που σταμάτησαν να έχουν κοινωνική ζωή ή να ταξιδεύουν, διότι δεν ήξεραν ότι μπορούν να μεταφέρουν την ινσουλίνη κι εκτός ψυγείου.
«Η αναφορά στο ενδεχόμενο να χρειαστεί ο ασθενής μας σε κάποια στιγμή στο μέλλον ινσουλίνη, πρέπει να γίνεται από τις πρώτες κιόλας επισκέψεις. Η εξοικείωση θα έρθει πιο ομαλά και η μετάταξη στην ινσουλίνη δεν θα ερμηνευτεί σαν τιμωρία για τυχόν διατροφικές εκτροπές, ούτε σαν αποτυχία του γιατρού να ρυθμίσει το σάκχαρο με άλλους τρόπους. Άρα, η εκπαίδευση πρέπει να αρχίζει πολύ πριν την έναρξη της θεραπείας με ινσουλίνη. Οι οδηγίες αυτές αφορούν στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, γιατί οι ασθενείς με διαβήτη τύπου 1 ξέρουν κι έχουν νοιώσει πόσο απαραίτητη είναι γι’ αυτούς η ινσουλίνη», ανέφερε η κ. Μπενρουμπή.
Σύμφωνα με την ίδια, η προσέγγιση στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 είναι διαφορετική. Χρειάζεται υπομονή και εκπαίδευση βήμα προς βήμα στη χρήση των στυλό ινσουλίνης. Μάλιστα, είναι σκόπιμο, πριν ο γιατρός αρχίσει να δείχνει το στυλό ινσουλίνης, να ζητήσει από τον ασθενή να κάνει, με τη βοήθειά του, την ένεση την ώρα εκείνη (έστω μόνο το τρύπημα). Με τον τρόπο αυτό ο ασθενής θα διαπιστώσει πόσο ανώδυνο είναι και θα μπορεί στη συνέχεια, απαλλαγμένος από το φόβο του «πόσο θα πονέσω», να παρακολουθήσει την όλη εκπαιδευτική διαδικασία.
«Η εκπαίδευση στην απόκτηση δεξιοτήτων γίνεται μόνο με επίδειξη, αλλά είναι απαραίτητο να ζητήσουμε από τον ασθενή, να κάνει μόνος του την όλη διαδικασία, μερικά λεπτά αφού τελειώσουμε εμείς το δικό μας εκπαιδευτικό μέρος», επισήμανε η κ. Μπενρουμπή και πρόσθεσε ότι «ένα από τα πολύ κοινά λάθη που κάνουμε ως εκπαιδευτές στη φάση αυτή και το οποίο πρέπει να αποφεύγουμε, είναι ότι σπεύδουμε να διορθώσουμε την λάθος κίνηση που πάει να κάνει ο ασθενής μας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην τον αφήνουμε να ολοκληρώσει την εσφαλμένη για παράδειγμα τοποθέτηση του φιαλιδίου μέσα στο στυλό, αλλά παρεμβαίνουμε λέγοντας «όχι έτσι, από την άλλη μεριά πρέπει να μπει». Ωστόσο, όταν ο ασθενής βρεθεί μόνος του στο σπίτι και επαναλάβει την λάθος κίνηση, δεν θα μπορέσει να την διορθώσει, γιατί δεν συμμετείχε στο να κατανοήσει πού έκανε το λάθος».
Σύμφωνα με την κ. Μπενρουμπή, η εκπαίδευση στην ινσουλινοθεραπεία, τόσο από τεχνικής πλευράς, όσο και από πλευράς σωστής διαχείρισης της ινσουλίνης είναι μια συνεχής διαδικασία. Κάθε φορά που ο γλυκαιμικός έλεγχος παρουσιάζει ανεξήγητες διακυμάνσεις, το πρώτο πράγμα που πρέπει να ελέγχει ο γιατρός είναι το αν γίνεται σωστά η ένεση ινσουλίνης, τα σημεία στα οποία γίνεται και την κατάσταση της πένας με την οποία γίνεται.